Παρασκευή 22 Απριλίου 2016

Απο την παρουσίαση Αχ αυτές οι Βασίλισσες με την Ευγενία Φακίνου  Στέλιο Καλαθά και Δ.Ποσάντζη

Αγαπημένο ανέκδοτο ποίημα

Πώς να πω σ’ αγαπώ 
σ’ ένα βλέμμα κενό σ’ ένα σκούρο κι ανύπαρκτο 
βλέμμα;

 Με κοιτάς, σε κοιτώ 
κι είναι πάντα αυτό 
της καρδιάς το ανούσιο ψέμα. 

Πού να πω σ’ αγαπώ 
φυλακή κι ιερό 
το δικό σου ανίερο σώμα
 που γυρεύει ξανά να μου δώσει χαρά 
στης σιωπής το κατάμαυρο χρώμα. 

Κι όσο ψάχνω να βρω 
της ψυχής το σαθρό τ’ ανελέητο μείον 
τόσο εσύ ξεγλιστράς 
να κουρνιάσεις ζητάς 
στην απώθηση δυο ομοίων. 

Κι ειν’ αυτός ο καημός -απουσίας καιρός- το δικό σου αφίλητο στόμα  
που με σπρώχνει δειλά 
να καλώ τρυφερά τ’ όνομα σου ακόμα. 

Κι όσο ψάχνω να βρω 
της ψυχής το σαθρό τ’ ανελέητο μείον
 τόσο εσύ ξεγλιστράς 
να χωρέσεις ζητάς 
σε λιτό συναξάρι αγίων. 
Χρήστος Ναούμ «Από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή: Ύφαλα νερά.» Ντάχαμπ-Αίγυπτος, 16/05/10

Απότο σεμινάριο δημιουργικής γραφής των σπουδαστών του Χρήστου Ναούμ


Από την παροσίαση του βιβλίου Γιαρντίμ στην Καισαριανή


Βιβλιοπωλείο Ελευθερουδάκης , μόλις εκδόθηκε το Γιαρντίμ


Από την παρουσίαση του βιβλίου Γιαρντίμ


Με τον Παύλο Σιδηρόπουλο απο το Bookia




Τα αυγά της στρουθοκαμήλου



Διαρκεια : 100 '
Σκηνοθ.:Ντ. Σπυρόπουλος
Ερμηνεύουν: Ελ. Τσακάλου, Β. Μαστρογιάννης, Ν. Μεχάνι.

Οι θεατές γίνονται μάρτυρες της δύσκολης και κάποιες φορές παράλογης πραγματικότητας που ζει μια οικογένεια σε μια υποβαθμισμένη γειτονιά της Αθήνας

Δευτέρα 11 Απριλίου 2016

Μωβ Κορδέλα

Θεατρική παράσταση "Μωβ Κορδέλα" του Χρήστου Ναούμ, σε σκηνοθεσία Θοδωρή Κωνσταντόπουλου.
Το έργο - μαύρη κωμωδία- είναι σύγχρονο και αφορά τι άλλο; Διάφορους "τρόπους εξεύρεσης χρημάτων". Η εποχή μας θέτει σχεδόν όλα τα υπαρξιακά θέματα σε αμφισβήτηση. Τα περισσότερα, όμως, εκφυλλίζονται από τη μιζέρια της καθημερινότητας και κατ’ αυτόν τον τρόπο μετατρέπονται σε αδιάφορα κι ανούσια. Όπως ο Θάνατος, που έρχεται λες κι είναι δώρο. Πάνω στο Θάνατο λοιπόν, ποντάρει μια οικογένεια που πασχίζει να τα βγάλει πέρα, την εποχή της Κρίσης. Εκτός από τη Γαλήνη, όνομα και πράμα μιας νοσοκόμας, τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας αποφασίζουν να φιλοξενήσουν ηλικιωμένους με απώτερο σκοπό την εκμετάλλευσή τους. Αλλά, όπως συμβαίνει συνήθως, η ζωή έχει άλλα σχέδια και ένα σοβαρό μυστικό έρχεται να κλονίσει τις σχέσεις τους. Η φτώχεια κι η μιζέρια οδηγούν τους ήρωες σε ακραίες αλλά ξεκαρδιστικές λύσεις. Άλλωστε, το γέλιο με το κλάμα συχνά εναλλάσσονται στη ζωή. Το ίδιο, λοιπόν συμβαίνει και στην Τέχνη. Το ιδανικό τους πάντρεμα ειν’ αυτό, που στο τέλος περιγράφει και φωτίζει τα γεγονότα, τα αλαφραίνει και στέλνει μηνύματα πεντακάθαρα και ξάστερα, προς κάθε κατεύθυνση.
Συντελεστές:
Κείμενο: Χρήστος Ναούμ
Σκηνοθεσία: Θοδωρής Κωνσταντόπουλος
Μουσική: Δημήτρης Σόρκος
Σκηνικά - Κουστούμια: Δανάη Σταματίου
Φωτισμοί: Κωνσταντίνος Τσατσάνης
Μακιγιάζ: Χρύσα Μιχαηλίδου
Βοηθός σκηνοθέτη: Κατερίνα Αθανασάκη
Πρωταγωνιστούν:
Κλαίρη Λάου, Βιβή Πηνιώτη, Ιωάννα Κουκουζέλη, Χρήστος Μαραθιάς, Λάμπρος Παπαδόπουλος, Μαίρη Γιαννιώτη

Άσωτοι έρωτες

Γιαρντίμ

Με τον αξέχαστο Νίκο Θέμελη


Με τον Κωνσταντίνο Μπούρα και τον Γιώργο Χρονά



Τα μάγια των βιβλίων Κατερίνα Καριζώνη

-Η γυναίκα πρέπει να έχει αλ μπενί, έλεγε συχνά στις κουβέντες της η μητέρα μου που είχε γεννηθεί στην Κομοτηνή, ήξερε τα τουρκικά και είχε μεγαλώσει μαζί με τις τουρκάλες. Εκείνες της είχαν μάθει πώς να κάνει μακιγιάζ, να βγάζει τα φρύδια της, να βάφει τα νύχια της, να φτιάχνει κρέμες για το πρόσωπο και πολλά άλλα μυστικά της γυναικείας ομορφιάς.Τι σήμαινε όμως αυτό το «αλ μπενί», που ο μπαμπάς μου το ονόμαζε γκελ και κουνούσε πάντα με νόημα το κεφάλι του. Μεγάλη υπόθεση το γκελ, δηλαδή το σεξαπίλ στα τουρκικά και τυχερές όσες το διέθεταν. Η μητέρα μου πίστευε ότι εμείς το είχαμε από φυσικού μας. Γι΄ αυτό και δεν έπρεπε να ανησυχώ. Όφειλα όμως να μάθω ακόμα πολλά πράγματα, για να αρέσω αργότερα στους άντρες, να κερδίσω τον καλύτερο και να τον παντρευτώ. Βέβαια εγώ τα περισσότερα απ΄ αυτά, τα είχα ήδη ακούσει στις συζητήσεις των γυναικών στο σπίτι, όπου έστηνα κρυφά αφτί, αλλά κι απ΄ τις γριές φιλενάδες της γιαγιάς μου που ήταν όλες Μικρασιάτισσες και είχαν έρθει στην Ελλάδα μετά το ΄22. Στη μνήμη μου γυρίζουν ακόμα οι συμβουλές που έδιναν η μία στην άλλη γυναίκα, ως προς τις στρατηγικές που έπρεπε ν΄ ακολουθήσουν για την κατάκτηση ακόμα και την άλωση του ισχυρού φύλου. Οδηγίες ζωής που τις είχαν φέρει απ΄ την Ανατολή κι ήταν απόσταγμα της γυναικείας πείρας αιώνων. Ακόμα και τώρα αστράφτουν καμιά φορά μες στο μυαλό μου ως μακρινά, αδυνατισμένα και ατελέσφορα πια αστέρια, όπως: να μην τα λέμε όλα στους άντρες, να μην καταλάβουν ποτέ ότι τους θέλουμε πολύ, να μην τους συστήνουμε στις φιλενάδες μας, να μην τους κάνουμε τις έξυπνες, να μάθουμε να υποχωρούμε φαινομενικά και να επανερχόμαστε στο θέμα δια άλλης οδού, να τους παίρνουμε με το καλό γιατί είναι μικρά παιδιά, ή όπως έλεγε η γιαγιά μου είναι σερσέμηδες. Και βέβαια όταν επιβάλλεται, να κάνουμε μπρακ. Δηλαδή να το βουλώνουμε.
Κι ενώ εκείνη προσπαθούσε να με μυήσει στα μυστικά της γυναικείας συμπεριφοράς, ο πατέρας μου έδινε άλλου είδους μάχες. Αγωνιζόταν να μου εκμαιεύσει το ποιητικό και συγγραφικό ταλέντο που το είχα εκδηλώσει από τότε
Κάθε βράδυ λοιπόν, που γύριζε απ΄ το γραφείο του, με ρωτούσε τι καινούργιο είχα γράψει. Έπρεπε να έχω πάντα κάτι έτοιμο να του δείξω, για να μην τον απαγοητεύσω και χαλάσω την εικόνα μου στα μάτια του και χάσω την εύνοιά του. Ήμουν αναγκασμένη να γράφω συνεχώς, γιατί αλλιώς… Αυτό το αλλιώς δεν το απάντησα ποτέ μου. Τι θα γινόταν άραγε αν δεν έγραφα... Δεν ήθελα ούτε να το φανταστώ. Ούτε να το διακινδυνέψω. Μάλλον τίποτα. Τότε όμως πίστευα ότι θα ερχόταν το τέλος του κόσμου. Και μέχρι τώρα ακόμα το πιστεύω.
Έγραφα λοιπόν ακατάπαυστα ποιήματα, παραμύθια και διηγήματα. Επινοούσα θεατρικούς διαλόγους που τους μοίραζα στους συμμαθητές μου μαζί με κουστούμια από τα παλιά ρούχα της μαμάς και τα καπέλα της που μύριζαν ναφθαλίνη και ήταν κρυμμένα στο βάθος της ντουλάπας κι ανεβάζαμε τα έργα στην ταράτσα του σπιτιού. Άλλοτε πάλι καθόμασταν όλοι μαζί στην είσοδο της πολυκατοικίας και τους διηγιόμουν δικές μου ιστορίες, φανταστικές που κρατούσαν ώρες ολόκληρες.
Πίστευα ότι μ' αυτόν τον τρόπο τραβούσα το ενδιαφέρον τους και κέρδιζα την αποδοχή και την φιλία τους, ίσως και την αγάπη τους, όπως έκανα άλλωστε με τον πατέρα μου. Και μετά όταν μεγάλωσα άρχισα να γράφω βιβλία για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Γιατί ένιωθα ανασφάλεια με τους ανθρώπους και νόμιζα ότι με τα βιβλία μου θα τους έδενα με μάγια, -όπως εκείνα που έκαναν οι γιαγιάδες της Ανατολής που μπαινόβγαιναν στο σπίτι μας- κι έτσι θα κέρδιζα την αγάπη τους, θα τους κατακτούσα και θα τους κρατούσα για πάντα κοντά μου. Αλλά τελικά δεν τα κατάφερα.



Ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΝΑΟΥΜ ΜΕΤΑΞΥ ΚΩΜΩΔΙΑΣ ΚΑΙ ΔΡΑΜΑΤΟΣ Από τον Κωνσταντίνο Μπούρα


Με το πρώτο του βιβλίο, το ξεκαρδιστικό «Αχ αυτές οι βασίλισσες!», ο Χρήστος Ναούμ ενέγραψε σοβαρές υποθήκες ως συνεχιστής του Τσιφόρου και – γιατί όχι; – του Ταχτσή. Με το ερεβώδες «Γιαρντίμ», το δεύτερο μπεστ-σέλλερ του (στις εκδόσεις Καστανιώτη, πάντα) βούτηξε χωρίς αναισθητικό στο δράμα της φυλής και στις βαθιές πληγές του συλλογικού ασυνείδητου μετά την Μικρασιατική Καταστροφή. Σε αυτό το δραματικό του πόνημα επέλεξε να επικεντρώσει τον αφηγηματικό του φακό σε μια οικογένεια, όπου ανθούν οι παράνομοι έρωτες, η μαύρη μαγεία και η ιεροσυλία ακόμα, με αποτέλεσμα να συνυφαίνονται με αριστοτεχνικό τρόπο οι δημόσιες και ιδιωτικές αμαρτίες και «ύβρεις» (με την αρχαιοελληνική έννοια). Σε ένα πορνείο της Σμύρνης, που εξυπηρετεί όλες τις φυλές που συνωθούνται σε αυτό το κοσμοπολίτικο λιμάνι, ένας έρωτας ανάβει φωτιές – κυριολεκτικά και μεταφορικά. Και στο κωμικό και στο δραματικό έργο του Χρήστου Ναούμ ο έρωτας είτε είναι θεός με έψιλον κεφαλαίο, ένας ζηλόφθονος και κακιασμένος θεός που προκαλεί πολέμους και ταραχές είτε ένα άκακο διαβολάκι που του αρέσει να μπερδεύει τα σώβρακα των ανθρώπων.
Όμως ο Χρήστος Ναούμ έχει και λαμπρό αφηγηματικό έργο ως διηγηματογράφος. Η μικρή φόρμα τού επιτρέπει να εκτυλίσσει ανενόχλητος όλο το ιδιοσυγκρασιακό του μπρίο και να βρίσκει υγιή διέξοδο στην ηφαιστειακή χαρά της ζωής που η επαγγελματική ρουτίνα και η επαχθής καθημερινότητα καταπιέζουν μέχρι θανάτου. Ως διευθυντής σύνταξης κι επιμελητής ύλης του περιοδικού «Εν Χρω» (έκδοση του Συλλόγου Δερματολόγων Ευαγγελισμού) δημοσίευσε κι ανθολόγησε διηγήματα φίλων και γνωστών, αλλά και δικά του, φτιάχνοντας έτσι έναν άτυπο κύκλο δημιουργικής γραφής, που απέκτησε με τα χρόνια υφολογική ομοιογένεια και θεματολογικό προσανατολισμό προς την κωμική ή γκροτέσκα πλευρά της αθηναϊκής πραγματικότητας. Αυτά τα αστικά ταχυδράματα διαβάστηκαν μετά μανίας από τους δερματολόγους της Ελλάδας και τους πελάτες τους, που περίμεναν στην αναμονή για το μπότοξ το επιούσιον, τη σύφιλη ή τα κονδυλώματά τους. Ως ένας από τους τυχερούς που είδανε τα διηγήματά τους δημοσιευμένα σε αυτό το καλαίσθητο επιστημονικό περιοδικό, που χάρη στο μαγικό ραβδί του εμψυχωτή Χρήστου Ναούμ, μετατράπηκε σε τραβηχτικό περιοδικό ποικίλης ύλης, θέλω σήμερα να δηλώσω από αυτό το βήμα ότι βελτίωσα την γραφή μου και η τεχνική μου εξελίχθηκε από την ανάδραση που δέχτηκα μετά τη δημοσίευση κάποιων διηγημάτων μου στο «ΕΝ ΧΡΩ». Όταν χρειάστηκε να βγάλω ένα μικρό σπίλο δίπλα στο αυτί, και περίμενα υπομονετικά στα απογευματινά ιατρεία, η δερματολόγος που θα με εξέταζε μόλις με είδε με αναγνώρισε και με ρώτησε με έκδηλη αγωνία «τι πάθατε;» λες και θα έχανε η Βενετιά βελόνι αν είχα κάτι σοβαρό. Αυτή η θετική ανταπόκριση του αναγνωστικού κοινού βοήθησε το Χρήστο, εμένα και τους άλλους διηγηματογράφους (ευγνώμονες και μη) να προχωρήσουν με περισσότερη τόλμη στον αφηγηματικό τους λόγο, ξεπερνώντας εμπόδια και μπλοκαρίσματα που η αγωγή και το περιβάλλον ορθώνουν εμπρός μας. Γιατί μία από τις ενέργειες της γραφής του Χρήστου Ναούμ είναι η απελευθέρωση της ψυχής του αναγνώστη από ενοχές κι αναστολές. Ο ίδιος είναι ένας ελεύθερος άνθρωπος, ήγουν γνώστης των ορίων, και ξεθεμελιωτής των πλαστών διαχωρισμών και διακρίσεων κάθε είδους.
Τα πρώτα δημοσιευμένα πεζά του Χρήστου Ναούμ τυπώθηκαν στο περιοδικό της έκτης Γυμνασίου Μοσχάτου με τον τίτλο «Πρωτόλειο». Αν και προσανατολιζόταν κάπου ανάμεσα στη Φιλοσοφική και στην Ιατρική, το αληθινό πάθος κι η «Ιθάκη» του ήταν η γραφή και μόνον η γραφή. Τελικά έγινε γιατρός και μάλιστα καλός, με διδακτορικό στην δερματολογία-αφροδισιολογία, με άπειρες επιστημονικές δημοσιεύσεις και ανακοινώσεις σε διεθνή συνέδρια, κατέκτησε υψηλούς τίτλους και διευθυντικές θέσεις στον ιατρικό κόσμο… Κι εκεί που έλεγες ότι θα επαναπαυόταν στις δάφνες του… «να ’τον πετιέται από ’ξαρχής κι αντρειεύει και θεριεύει» όπως λέει και το παλιό εκείνο άσμα. Μια καινούργια καριέρα ανοίχτηκε μπροστά του και μάλιστα νικηφόρα. Πήγε παρ’ όλα αυτά στα σεμινάρια δημιουργικής γραφής του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου, με καθηγητή τον Στρατή Χαβιαρά, είχε την τύχη να δει το πρώτο του βιβλίο τυπωμένο επαγγελματικότατα από τις εκδόσεις «Καστανιώτη», η υποδοχή του από κοινό και ειδικούς ήταν θριαμβική. Ακόμα κι οι εχθροί του μετατράπηκαν σε άσπονδους φίλους μετά την επαφή τους με την κρυμμένη πλευρά της πολύπτυχης ψυχής του Χρήστου Ναούμ. Το δεύτερο εκδοτικό εγχείρημα ήταν θέμα χρόνου κι επέτυχε κι εκείνο αναλόγως. Τώρα ο Χρήστος ανοίγει τα φτερά του στη δραματική φόρμα. Το θέατρο τον θέλγει και τον προκαλεί, αφού ταιριάζει απόλυτα με τον εξωστρεφή ψυχισμό του και την αδήριτη ανάγκη του προσφοράς στον πλησίον. Στις κρίσιμες εποχές που ζούμε το πηγαίο γέλιο και η υγιής ψυχαγωγία πήραν τη θέση των κλαυθμυρισμών και των ατέρμονων αυτό-ψυχαναλυτικών λαβυρίνθων στους οποίους μας είχαν βυθίσει οι ετεροχρονισμένοι εισαγωγείς του μοντέρνου και του μεταμοντέρνου. Περιμένω με ανυπομονησία, περιέργεια και χαρά να δω την καινούργια συγκομιδή από το συγγραφικό εργαστήρι ενός δερματολόγου-αφροδισιολόγου εν ενεργεία – και με το βαθμό του διευθυντή, μάλιστα… Συγκινούμαι όταν αναλογίζομαι τον Τσέχωφ, φυματικό και κουρασμένο, με πυρετικά μάτια και πονεμένα κόκαλα να θεραπεύει δωρεάν τους ρακένδυτους μουζίκους και ταυτόχρονα με το φως μιας λάμπας θυέλλης να γράφει τα αιώνια κείμενά του. Αυτή η διπλή θεραπεία ατομικού σώματος και συλλογικής ψυχής προοικονομεί την αγιότητα. Κι είμαι διπλά συγκινημένος που βρίσκομαι τόσο κοντά σε έναν σύγχρονο μάρτυρα του εναγώνιου ανθρώπινου πόθο για αξιοπρέπεια, γαλήνη ψυχής και ελευθερία – απελευθέρωση από κάθε δυνάστη.

Τίνα Πανώριου ΕΡΤ


• Το γράψιμο λέτε υπήρξε ανέκαθεν η κρυφή σας ενασχόληση. Ποιο ήταν όμως το έναυσμα για να γράψετε το θαυμάσιο Γιαρντίμ;

Από την εφηβεία μου θυμάμαι τον εαυτό μου να σημειώνει σε χαρτιά. Κρατούσα τις ιδέες μου στα κουτιά των τσιγάρων, τότε που κάπνιζα. Μετά σε μικρά σημειωματάρια που κουβαλούσα μαζί μου. Μέχρις ότου εμφανίστηκε η κατάλληλη στιγμή και πήρα την μεγάλη απόφαση. Ποιά; Να εκτεθώ στο αναγνωστικό κοινό με το «Αχ, αυτές οι βασίλισσες» Εκδ. Καστανιώτης, 2008. Όσο για το Γιαρντίμ, ρόλο έπαιξαν οι αφηγήσεις της γιαγιάς μου και των συγγενών μας. Συχνά αναφέρονταν στην πατρίδα τους, εν τω προκειμένω στην Σμύρνη, με θύμησες και νοσταλγία. Τα ακούσματα αυτά κρύφτηκαν στο υποσυνείδητο μου. Οι εικόνες τους συντρόφευαν την ψυχή μου. Και να, ήρθε η ώρα να σας παρουσιάσω το έργο, μέσα στο οποίο καταγράφηκαν όλα αυτά. Ευχαριστώ για τον σχολιασμό σας, «θαυμάσιο Γιαρντίμ».

• Πώς εσείς μην έχοντας «πολίτικες» ρίζες γράφετε τόσο πειστικά για τη ζωή στη Τουρκία;

Ταξίδεψα αρκετά στην Τουρκία, μέχρι τα βάθη της Ανατολίας. Επιθυμούσα να γνωρίσω την Ανθρωπογεωγραφία της περιοχής, που σας τονίζω, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για μας. Εκτός απ’ αυτό, έψαξα πολλά βιβλία, που αναφέρονται στην εποχή, επισκέφθηκα μουσεία του Μικρασιατικού Ελληνισμού, ξέθαψα τις μνήμες του γλωσσικού ιδιώματος, μελέτησα Ιστορία. Κι ύστερα, με τα μάτια της ψυχής κοίταξα τους ήρωες του βιβλίου προσπαθώντας να είμαι τίμιος με τις ζωές τους.

• Τούρκοι και Έλληνες συνυπάρχουν αρμονικά στο βιβλίο σας μέχρι τουλάχιστον να ανάψουν οι φωτιές. Σήμερα όμως τέτοιες σχέσεις βαθιάς φιλίας- συμπόνοιας- γειτνίασης μπορούν να αναπτυχτούν ανάμεσα σ’ εμάς και στους γείτονες;

Ναι. Νομίζω όλοι οι λαοί αναπτύσσουν σχέσεις εμπιστοσύνης κι αλληλοϋποστήριξης. Οι αφορισμοί και οι γενικεύσεις ποτέ δεν μου άρεσαν. Οι άνθρωποι χρειάζονται φίλους, συζύγους, καλούς ανθρώπους κοντά τους. Όταν όμως έρχονται οι πολιτικές επιλογές των αρχόντων τους, τότε αυτά όλα εξαφανίζονται. Πάρτε παράδειγμα την γείτονα πρώην «Γιουγκοσλαβία», πόσες φυλές, πόσες θρησκείες, πόσα ήθη κι έθιμα συνυπήρχαν για αιώνες. Μετά ήρθε ο πόλεμος, η βία, το αίμα, η οδύνη κι έθεσαν τα νέα σύνορα. Τους χώρισαν. Οι άνθρωποι θέλουν –κατά παράξενο τρόπο- να ενώνονται ψάχνοντας νέες πατρίδες, ενώ οι πολιτικοί χωρίζουν τα σύνορα των εθνικών κρατών επί χάρτου. Οι πρόγονοι μας έζησαν αιώνες με τους Τούρκους, μέχρις ότου οι Σύμμαχοι άλλαξαν συμφέροντα και σχέδια. Βοήθησαν στον ξεριζωμό του Μικρασιατικού Ελληνισμού από τις προαιώνιες εστίες του. Όχι, βέβαια πως οι πολιτικοί μας της εποχής εκείνης δεν έπαιξαν τον ύπουλο κι ασαφή ρόλο τους.


• Γιαρντίμ σημαίνει βοήθεια μια από τις τόσες λέξεις που μάθαμε διαβάζοντας την ιστορία σας. Εσείς από πού αντλήσατε όλη τη πληροφόρηση; Σαν να έχετε γιαγιά από τη Σμύρνη και σας έχει γαλουχήσει …

Τα ακούσματα, οι λέξεις κι οι εκφράσεις των Μικρασιατών συγγενών μου ξαναζωντάνεψαν από την αρχή. Ήθελα με κάποιο τρόπο να μην χαθούν σε βάθος χρόνου, γι αυτό κιόλας οι ήρωες του βιβλίου μιλούν το ιδίωμα της εποχής. Ένα σωρό ξενικές λέξεις, αγγλικές, γαλλικές, ιταλικές, τούρκικες είχαν παρεισφρήσει στα Ρωμαίικα και είχαν δημιουργήσει μια ιδιότυπη ομιλία. Όλο το σόι μας ήρθαν διωγμένοι από εκείνα τα μέρη. Η γιαγιά μου ήταν πιο κοντά μου απ’ όλους. Γράφοντας το βιβλίο ήθελα να της το αφιερώσω και μαζί της σε όλες τις γιαγιάδες του Κόσμου. Αγαπημένα πρόσωπα, αλησμόνητα.

• Αν δεν υπήρχε η μαγεία της Τέχνης, τι θα ήταν η ζωή μας λέτε…

…η ζωή θα ήταν μαυρόασπρη. Το πιστεύω. Μέσα από τα μαγικά μονοπάτια Της, η ψυχή περιπλανιέται σε χώρους απίθανους, αντλεί δύναμη κι ενέργεια. Αχ η Τέχνη, μας κάνει να ξεχωρίζουμε από το ζωικό βασίλειο, μας παρηγορεί και μας στηρίζει, μας κατευθύνει.

• «Το Κισμέτ είναι όλα τελικά ή ευθυνόμαστε για όσα μας συμβαίνουν;»

Η Μοίρα παίζει σίγουρα το ρόλο της. Όμως, ένα μεγάλο μερτικό ευθύνης έχουμε όλοι, όταν αποφασίζουμε τα δύσκολα του βίου. Πάντως, οι αρχαίοι πρόγονοι θεωρούσαν, ότι οι Μοίρες ήταν θεές. Η Κλωθώ, η Λάχεση κι η Άτροπος, ήταν αυτές που όταν γεννιόταν ο άνθρωπος, όριζαν τη διάρκεια και την ποιότητα της ζωής του. Αυτές δηλαδή αποφάσιζαν, αν το νέο άτομο θα περάσει καλή ζωή, ευχάριστη, άνετη, εύκολη, ή αν θα του φόρτωναν στην πλάτη όλα τα κακά του κόσμου. Καθόριζαν δηλαδή το πεπρωμένο όπως λέμε, κισμέτ κατά τους άραβες. Στην Πλατωνική Πολιτεία οι τρεις Μοίρες αναφέρονται ως θυγατέρες της Ανάγκης, προσέξτε το. Δηλαδή, κόρες των καταστάσεων στέρησης. Καθόντουσαν σε ίσες αποστάσεις γύρω από το αδράχτι τους. Λευκοφορεμένες και με στέμματα στα κεφάλια τους• ένδειξη εξουσίας. Έπλεκαν κι έκοβαν τις ζωές. Τι υπέροχη θεωρία!

• Γράφετε: «Όταν οι ψυχές ανοίγονται σον έρωτα τα εμπόδια εξαφανίζονται δια μαγείας κι όσο η λογική παλεύει να συνετίσει τους ανθρώπους περιπλέκει περισσότερο τα πράγματα..». Ρομαντική πλήν ουτοπική η σκέψη σας.

Στον αμοιβαίο έρωτα, εννοώ. Δεν είναι τυχαίο που στην αρχαιότητα ο έρωτας ήταν θεός. Δίνει δύναμη στις ψυχές, τις χαλυβδώνει, τις παρασύρει ψηλά. Τι να λέμε. Ο έρωτας είναι η πεμπτουσία της ζωής. Τυχεροί όσοι τον έζησαν και τον ζουν. Ουτοπικό; Ίσως. Όμως, μόνον ο άνθρωπος μπορεί να βιώσει παρόμοια κατάσταση, κανένα άλλο ον στην πλάση.

• Φαίνεται ότι αγαπάτε την Τουρκία. Έχει τύχει να παρακολουθήσετε ή παρακολουθείτε ενδεχομένως και τις δημοφιλείς σαπουνόπερες της; Ποιά είναι η γνώμη σας,

Αγαπώ την Τουρκία, όπως και όλες τις άλλες χώρες του κόσμου. Δεν παρακολουθώ σαπουνόπερες, ούτε κι όταν θέλω να γελάσω. Νομίζω ότι η προχειρότητα αυτών των τηλεοπτικών σειρών οδηγεί στην ευτέλεια και στην μιζέρια. Το οιοδήποτε κοινό πρέπει να αντιμετωπίζεται με τιμιότητα, γενναιοδωρία, και σεβασμό.

• Κλείνοντας, πως συνάδει η ιατρική με το γράψιμο;

Η Ιατρική είναι η σύζυγος μου και η πεζογραφία η ερωμένη μου. Κάπως έτσι τις κουμαντάρω.

Ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σας

Κωνσταντίνος Μπούρας Κριτική Αχ αυτές οι Βασίλισσες



Ο Χρήστος Ναούμ είναι ένας δερματολόγος που αποφάσισε να γίνει (και έγινε) συγγραφέας, ή ένας συγγραφέας που βιοπόριζε ως δερματολόγος μέχρι να βρει τον κατάλληλο χρόνο και να «σκάσει μύτη» από το «αυγό» του εσωτερικού του κόσμου, και των πολυποίκιλων υπαρξιακών αναζητήσεών του; Αυτό το ερώτημα ξεπήδησε μέσα μου μετά το συγκινητικά ανθρώπινο φινάλε του πολυσέλιδου αυτού βιβλίου.
Πνεύματα, και πνευματίστριες, μάντισσες, μάγισσες, ηγουμένισσες και φαλακρές λαϊκές αοιδοί, λουλουδούδες πρώην τραπεζικοί, μανάβηδες και χασικλήδες, νεκροθάφτες, ομοφυλόφιλοι και μοντελίστ για παχουλές, χαμένα παιδιά και ακόμα πιο χαμένες μανάδες, μοιχείες και …οθωμανικό σεξ, αχαλίνωτο, «μέχρι πρωίας» που λένε… Αυτά είναι μερικά μόνο από τα θέματα και μοτίβα που συνυπάρχουν σε αυτό το πλούσιο θεματικά βιβλίο, με τις απαραίτητες υποσημειώσεις για τις αλλόγλωσσες φράσεις και λέξεις που διανθίζουν αυτό το μελοδραματικό ευθυμογράφημα. Γιατί βεβαίως περί ευθυμογραφήματος πρόκειται, με μπόλικο χιούμορ, και διεισδυτική παρατήρηση του κόσμου των ελλήνων μικροαστών, αλλά και του λούμπεν προλεταριάτου, και του κόσμου της νύχτας.
Ο καλός συγγραφέας ξέρει ν’ ακούει, ξέρει να παρατηρεί, και κυρίως να καταγράφει τα τεκταινόμενα γύρω του χωρίς να κρίνει ή να κατακρίνει τα φτωχά ανθρώπινα πλάσματα που καταστρέφονται για ένα χάδι, για μία υποψία (καλοπληρωμένης ενίοτε) τρυφερότητας, ένεκα της ελλείψεως της πατρικής ή μητρικής ή συζυγικής αγάπης.
Όνειρα που βουλιάζουν στα λασπόνερα της καθημερινότητας, η φυγή σε μακρινούς κόσμους, σε ονειρικές καταστάσεις, σε εξωτικές θρησκείες, ή στον ειρηνικό (ή φασαριόζικο) κόσμο των πνευμάτων είναι η φυγή από το «τώρα», από μία φρικτή πραγματικότητα, που εάν μας ικανοποιούσε στο ελάχιστο δεν θα ήταν γεμάτος ο τόπος προφήτες και ψευδοπροφήτες, «μεταφυσικούς» και «μάγους» όλων των ειδών. Δεν θα έβρισκαν ενδεχομένως οι θρησκείες τόσους πρόθυμους πελάτες, πρόθυμους να λησμονήσουν τις ηδονές της σάρκας.
Ναι, είναι σκληρός ο λόγος του δερματολόγου-μυθιστοριογράφου. Όμως εκεί που πάει να γίνει κυνικός, τον σώζει η έμφυτη ανθρωπιά και καλοσύνη του, και πάνω απ’ όλα η χαρά της ζωής, με κάθε θυσία και με κάθε κόστος.
Αυτή η χαρά της ζωής και η αποδοχή των κάθε λογής ιδιαιτεροτήτων είναι τα καλά στοιχεία αυτού του πρώτου «μεσογειακά Φελινικού» μυθιστορήματος του Χρήστου Ναούμ.





Γιαρντίμ – Κριτική της Ρίκη Ματαλλιωτάκη



Δεν συνηθίζω να παρουσιάζω βιβλία, δεν το επεδίωξα ποτέ μου.
Κι αυτό όχι για κανένα άλλο λόγο αλλά επειδή θεωρώ ότι είναι άκρως επικίνδυνο να ακουμπάς το πνευματικό πόνημα του καθενός, οπότε καλύτερα για μένα θα ήταν να αποφεύγω να πατήσω πάνω σε τέτοια μονοπάτια.
Δεν θα ήθελα ποτέ ούτε να χαϊδέψω παραπάνω αλλά ούτε και να πληγώσω με μια προσωπική άποψη το βιβλίο που ο άλλος έχει ακουμπήσει την ψυχή του πάνω του.
Υπάρχουν όμως και οι εξαιρέσεις κα μία από αυτές τις εξαιρέσεις δικαιολογεί και την αποψινή μου παρουσία εδώ. Όταν ο κύριος Ναούμ μου ζήτησε να παρουσιάσω το βιβλίο του μέσα από τον ιστότοπο του φαις όπου και τον γνώρισα, αισθάνθηκα κάπως σαν να μου ζητούσε ένας ξένος να του ανοίξω την πόρτα του σπιτιού μου και δεν θα την άνοιγα, αν αρνιόμουν.
Και κάπως έτσι λοιπόν έφτασε το βιβλίο του στα χέρια μου.. ευτυχως.
Και λέω ευτυχώς γιατί ανέκαθεν τα ιστορικά μυθιστορήματα μου προκαλούσαν μια αφάνταστη έλξη, ειδικά αν αυτά αφορούσαν την ιστορία της χώρας μου.
Κι ακριβώς επειδή έχω διαβάσει πολλά ιστορικά μυθιστορήματα είχα την αίσθηση ότι η οι Έλληνες συγγραφείς μειονεκτούμε σε αυτό το είδος, μέχρι που διάβασα το βιβλίο του κ. Ναούμ. Δεν θα προχωρήσω σε λεπτομέρειες, η γεύση που αφήνει στον αναγνώστη το κάθε βιβλίο είπαμε πως είναι θέμα προσωπικής άποψης… γι αυτό και θα αναφερθώ μόνο στην γεύση που άφησε σε μένα τις βραδιές που ξενυχτούσα με αγωνία για να το διαβάσω.
Το βιβλίο του κ Ναούμ με επέστρεψε στις αρχές του 20ου αιώνα.
Με την άμεση περιγραφή του μου έδωσε την δυνατότητα να γνωρίσω την καθημερινότητα των ανθρώπων της μαρτυρικής Μικρασίας. Τις καλές τους μέρες , τις μέρες που περνούσαν αδελφωμένοι με τους γείτονες τους, τους Τούρκους, μα και τις άσχημες, τις μέρες που πέρασαν κάτω από τις φρικαλεότητες των Νεοτούρκων και των υποτιθέμεων συμμάχων μας.
Διαβάζοντας το μπήκα μέσα στα σπίτια τους, έμαθα τους θρύλους και τα παραμύθια τους, τον τρόπο ζωής τους, , βίωσα τα χούγια και τα αντέτια τους, τις συγκρούσεις με τον εαυτό τους και με τους γύρω τους, εισχώρησα στις ψυχές τους και ψηλάφισα την αγωνία τους, διδάχτηκα για μια ακόμα φορά πως ο πόλεμος, από όπου κι αν προέρχεται, έχει μαύρο και σκοτεινό πρόσωπο, και οι υπαίτιοι του στην ουσία παραμένουν εσαεί στο απυρόβλητο.
Φτάνοντας στην τελευταία σελίδα του βιβλίου, συνειδητοποίησα ξαφνικά ότι παίρνοντας τόσα πολλά, τη γιαρντιμ , την βοήθεια δηλαδή όπως έμαθα πως λέγεται στα τούρκικα, την έλαβα εγώ από το βιβλίο του Χρήστου Ναούμ.
Γιατί αυτό κατά την ταπεινή μου γνώμη σημαίνει βιβλίο:
Αφήνοντας το στην άκρη, να εξακολουθείς να το κουβαλάς στην μνήμη σου.

Τρίτη 29 Μαρτίου 2016

Γυμνός σε κοινή θέα


Ο ποιητής μεταμορφώνεται σε αερόστατο και ανακαλύπτει την ερωμένη του σε χώρα εξωτική. Η κυρία Μαίρη κυνηγάει ερωτικές στιγμές στην Αίγυπτο, στην «αγκαλιά του ποταμού». Το πλοίο «Μαριωρή» γίνεται αντικείμενο ερωτικού πόθου. Η Φελίντα Τσέτουλα γοητεύεται από άντρες που όχι μόνο επαγγέλλονται το θάνατο, αλλά μπορεί και να πεθάνουν. Ο Φλορίν και η Σορίνα αναζητούν στην Ελλάδα το όνειρο. Ο άρρωστος συγγραφέας σκιαγραφεί το πορτρέτο της αναγνώστριάς του. Η Μπερτούλα Πεζικού παραπαίει ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα. Ο Αδάμ και η Εύα με διαφορετική ματιά. Το λικέρ του θανάτου, το τέρας και η πεντάμορφη, η πανσέληνος του Αυγούστου και τα δεινά που αυτή μπορεί να επιφέρει.
Διηγήματα για τον έρωτα και το θάνατο, για ανθρώπους που προσπαθούν να ζωντανέψουν τους έρωτές τους, για πρόσωπα που βιώνουν το πάθος και την παραφορά ξεπερνώντας τα όριά τους, φτάνοντας συχνά μέχρι το τέλος.


Άσωτοι έρωτες



Ένα επείγον τηλεφώνημα στον υπουργό Πολιτισμού Βρασίδα Μπουρμά προκαλεί μεγάλη αναστάτωση: η σύζυγός του Νάντια, γνωστή ψυχίατρος των Αθηνών, έχει απαχθεί. Ο γιος του Αιμίλιος, ένας όμορφος, αργόσχολος νέος, επιδίδεται αμέσως σε εναγώνια αναζήτηση, αλλά τον ερωτεύεται ο υπαστυνόμος που αναμειγνύεται στην έρευνα. Τα πράγματα μπερδεύονται ακόμα περισσότερο έπειτα από μία καταδίωξη, έναν χωρισμό και πολλές άλλες συνωμοσίες της μοίρας.
Το «πολιτικό» τοπίο συμπληρώνουν ο συμβουλάτορας του υπουργού και διαβόητο μούτρο του παρασκηνίου, η χυμώδης Κρητικιά ιδιαιτέρα του και μια δαιμόνια δημοσιογράφος από την Αραβία. Γιατί όμως όλοι αυτοί, αντί να τον στηρίξουν, τον καταβαραθρώνουν; Τι κρύβεται πίσω από τις μίζες και τις υποσχέσεις; Ποιο το μέλλον της Νάντιας και ποιος ο ρόλος της περπατημένης τραβεστί Μπεμπέ;
Η τραγελαφική ιστορία ενός σύγχρονου εθνοπατέρα, που αποδεικνύεται κατώτερος των περιστάσεων στην εποχή της κρίσης.


Γιαρντίμ



Αρχές του 20ού αιώνα. Ένα πολύχρωμο μωσαϊκό λαών κι ανθρώπων ζει στη Μικρασία. Βυθισμένοι στην καθημερινότητά τους, δεν αντιλαμβάνονται τα σύννεφα που κρύβουν τον ουρανό της, καθώς οι Νεότουρκοι ακονίζουν τα μαχαίρια και οι Σύμμαχοι ρίχνουν τα ζάρια της μοιρασιάς.

Σε αυτό το αβέβαιο κλίμα μια ελληνική οικογένεια και οι άνθρωποι που την περιστοιχίζουν βιώνουν τη δική τους συγκλονιστική ιστορία ακολουθώντας το κισμέτ.

Στο λιμάνι και στην προκυμαία της Σμύρνης, στα σοκάκια της, στα παλιά αρχοντικά, αλλά και στις φυλακές και στα πορνεία της, όλοι πασχίζουν να εκπληρώσουν όνειρα και φλογίζονται διαρκώς από τα πάθη.

Όταν όμως ξεσπά η συμφορά, οι συγκρούσεις με τον εαυτό τους μετουσιώνονται σε αγωνία για τους αγαπημένους τους και μια λέξη πλέον μένει για να στοιχειώσει για πάντα τις ψυχές τους:

Γιαρντίμ θα πει «βοήθεια», αλλά είναι και το μυθιστόρημα της Μικρασίας, οι θρύλοι και οι μύθοι της Ανατολής.


Αχ αυτές οι Βασίλισσες



Μυθιστόρημα

Η μαντεύτρα Χαιτέα από την Αλεξάνδρεια και τα πνεύματα που την περιβάλλουν. Η υπέρβαρη αλλά φιλάρεσκη θυγατέρα της Αφρούλα, ο φευγάτος, επίδοξος σκηνοθέτης γιος της και η εκ φύσεως εγκληματική και μουλωχτή ξαδέρφη της, μοναχή Μυροφόρα. Ο αγώνας της συνδικαλίστριας Λάουρας, μιας μέντιουμ ρουμανικής καταγωγής, για την αναγνώριση των δικαιωμάτων του αδικημένου κλάδου των «πνευματιστών». Οι περιπέτειες που σφράγισαν τη μακρόχρονη φιλία της λαϊκής αοιδού Εύας με την Τζένη, που δοκίμασε την τύχη της στο τραπεζικό σύστημα αλλά την κέρδισε η νύχτα! Και, τέλος, ο αδιέξοδος έρωτας του Πλάτωνα και του Άρη…

Βίος και πολιτεία αμαρτωλών και αγίων που ζουν σαν εξόριστες ψυχές σε διαμερίσματα-κλουβιά, στις κολασμένες γειτονιές της Αθήνας. Ποια κοινή μοίρα ένωσε όλους αυτούς τους ανθρώπους πάνω από τον φρεσκοσκαμμένο τάφο του σκοτεινού κυρ Αντώνη; Πώς μπλεχτήκανε οι ζωές τους στην κόκκινη κλωστή του μύθου; Και τελικά τι κάνει τον αναγνώστη να αναφωνήσει «Αχ, αυτές οι βασίλισσες!»;